Advocatus Diaboli

Δευτέρα, Μαΐου 28, 2007

Στους φίλους που έφυγαν απ' τη ζωή μου

Ακόμα μια νύχτα αναμονής. Με δύσκολα όνειρα. Με τα σεντόνια να τυλίγονται στον εαυτό τους και να φεύγουν απ’ τη θέση τους. Με την αγωνία της εξέτασης. Πριν και μετά. Υπάρχουν εξετάσεις που σε πονάνε και άλλες που σε τρελαίνουν. Ολες πάντως σε αγχώνουν για το αποτέλεσμα.
Ακόμα μια νύχτα ανησυχίας και μοναξιάς. Οι άνθρωποι που πριν από ελάχιστα χρόνια έκλαιγαν στους ώμους μου, έχουν εξαφανιστεί. Οι στενοί φίλοι μου, υποτίθεται. Που τους σκεφτόμουν πρωί- μεσημέρι- βράδυ. Που ζούσα για κείνους και πέθαινα για κείνους. Που άφηνα τα πάντα για να τους σταθώ. Πού πήγαν;
Εχω μήνες να τους δω, μήνες να πω δυο κουβέντες μαζί τους. Δεν έχω σε ποιον να εκμυστηρευτώ ότι φοβάμαι και να πω ότι το παλεύω, για να παίρνω δύναμη. Τηλεφωνούν συχνά. Όταν φτάνουμε στο επίμαχο, άλλοι αλλάζουν κουβέντα. Αλλοι απαντούν στερεότυπα «τι να κάνεις, υπομονή θα κάνεις» και μετά σου λένε το δικό τους πρόβλημα. Αλλοι σε ρωτούν αυτό που θέλουν να μάθουν και κλείνουν. Κανείς δεν σε ακούει, κανείς δεν θέλει να ξέρει. Δεν τους είσαι πια χρήσιμη.
Ακόμα μια νύχτα αναμονής. Ακόμα μια σχεδόν λευκή νύχτα. Δεν έχει νόημα να κλάψω, να θυμώσω, να φωνάξω. Αύριο είναι μια κρίσιμη μέρα και χρειάζομαι δυνάμεις. Μονάχα που κανείς από τους φίλους μου δεν το ξέρει. Λέω να τους ονομάσω «πρώην». Τουλάχιστον να μη παιδεύομαι.

Παρασκευή, Μαΐου 18, 2007

Βαρύ πένθος

Γνώρισες τον πατέρα σου- τον πατέρα μας- όταν ήσουν τριών ετών,. Τότε εδέησαν να τον αφήσουν να επιστρέψει αυτοί που τον είχαν στείλει μακριά ως επικίνδυνο για τις τύχες της χώρας... Τον στερήθηκες σύντομα, καθώς οι καυγάδες ανάμεσα στο ζευγάρι δολοφονούσαν τον έρωτα που τους είχε οδηγήσει να παντρευτούν στο αστυνομικό τμήμα, με κουμπάρο τον μοίραρχο, τη μέρα που εκείνος έφευγε εξορία κι εσύ μεγάλωνες στην κοιλιά της μητέρας σου, χωρίς να γνωρίζεις σε τι κόσμο ερχόσουν.
Ηρθα δέκα χρόνια μετά, και μ’ αγαπούσες πάντοτε- όπως σ’ αγαπούσα και σ’ αγαπώ κι εγώ. Ποτέ δεν σκέφτηκες ότι ήμουν ανάμεσα στο μπαμπά σου και σ’ εσένα. Μονάχα η φωτογραφία του, που κρατάς στο πορτοφόλι σου αδιάλειπτα, είναι όταν εκείνος ήταν πατέρας σου. Είκοσι τριών ετών. Ωραίος, ψηλός, δυνατός.
Δεν τον άφησες ποτέ να οδηγήσει τη ζωή σου σε πιο ασφαλές μονοπάτι όταν παντρεύτηκες τον γιο των παιδικών του φίλων- αλλιμονο!- και βγήκε σκάρτος. Δεν τον άφησες να ανακατευτεί. Ζεις από τότε σε μια ισορροπία τρόμου, κάθε φορά που αυτός ο άνθρωπος με τον οποίο ένωσες τη ζωή σου και που κάθεται χρόνια ολόκληρα άεργος, πίνει...
Κι αυτό θα περάσει έλεγες συνέχεια, θα μεγαλώσουν τα παιδιά μου. Το ένα με ειδικές ανάγκες από δικό του φταίξιμο κατά την εγκυμοσύνη σου. Κι αυτό θα περάσει... Δεν περνάει έτσι. Το άλλο παιδί, έμπλεξε. Πού αλλού; Στα ναρκωτικά. Μετά από δεκαπέντε, μπορεί και παραπάνω χρόνια φρίκης και τρέλας, έσβησε έτσι ξαφνικά- καθόλου ξαφνικά για όσους ήξεραν ότι είχε κάνει πολλές προσπάθειες απεξάρτησης αλλά κάθε φορά ξανακυλούσε. Ανήμερα της γιορτής της Μητέρας. Σε μας το είχες κρύψει, για να μη στενοχωρηθούμε, κι ανέβαινες μόνη σου τον Γολγοθά. Ολομόναχη.
Δεν ξέρω πώς να σου δώσω κουράγιο, τι να κάνω για σένα εκτός από το να είμαι πλάι σου, πώς μπορώ να σε βοηθήσω. Θα είσαι σε όλη σου τη ζωή βουτηγμένη στο πένθος και στον πόνο. Ολα μου φαίνονται μικρά, πικρά, δύσκολα. Η ζωή είναι γεμάτη αδικίες, το ήξερα πάντοτε. Ομως όχι κι έτσι...
Απόγευμα, επιστρέφω από τον τελευταίο αποχαιρετισμό στο παιδί. Στην Ομόνοια, ένα παιδάκι ούτε δώδεκα ετών, ζητά από μια πόρνη που στέκεται στον δρόμο και που φαίνεται να την γνωρίζει, «ένα τσιγάρο αν έχει». Σκέφτομαι αστραπιαία ότι πιθανώς θα καταλήξουν και τα δύο στα ναρκωτικά. Θυμώνω. Αλλά πιο πολύ θυμώνω που δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Που δεν μπόρεσα να κάνω κάτι.

Κυριακή, Μαΐου 13, 2007

H Ρόζα η ναζιάρα



Ουδείς φόβος να... πάει στη βρύση και να μην πιει νερό. Εκτός αν δεν είναι εκεί κανείς να της την ανοίξει...

Βας Βας Βας, η Γιουροβίζιον...

Δεν λέω για τον Μάντζαρο, τον Σαμάρα, τον Βάρβογλη, τον Καλομοίρη, τον Σκαλκώτα. Θα πως, όμως, για τον Βαμβακάρη, τον Τσιτσάνη, τον Ακη Πάνου, τον Απόστολο Καλδάρα. Θα πω για τον Χατζιδάκι, τον Θεοδωράκη, τον Ξαρχάκο. Πώς φτάσαμε, μετά από τέτοιους συνθέτες και τέτοια τραγούδια στο «Βας Βας ο Παρασκευάς»; Πώς η κατρακύλα στην αισθητική, που μας διακρίνει τις τελευταίες δεκαετίες έφτασε στον πάτο του πάτου; Πώς τα παιδιά μιας χώρας με τόσο εξαιρετική μουσική παράδοση στο λαϊκό τραγούδι έφτασαν να ακούνε στα κινητά τους ό,τι ποταπότερο;
Και βεβαίως, πάνω- κάτω και η Ευρώπη τον ίδιο δρόμο ακολουθεί. Αλλιώς η κατωτάτης αισθητικής Γιουροβίζιον δεν θα γινόταν ένα πανηγύρι που έχει υποκαταστήσει μια πανευρωπαϊκή γιορτή της μουσικής- η οποία θα έπρεπε να υπάρχει εκτός Γιουροβίζιον, για να μην παρεξηγηθώ-, αλλά θα έμενε στα αζήτητα, να την παρακολουθούν τα δεκαπεντάρικα και δεκαεξάρικα και μετά να πηγαίνουν παρακάτω.
Αλλά, όπως θα έλεγε και ο γνωστός Τραμπάκουλας, «παρακάτω είναι γκρεμός παιδάκι μου, θα σκοτωθούμε». Λαοί χωρίς κουλτούρα και παιδεία, στο χείλος αυτού του γκρεμού. Για να δούμε τι θα γίνει...

Τρίτη, Μαΐου 08, 2007

Οι ιστορίες του διαβολοδικηγόρου (12)

-Τι θα γίνει παιδί μου; είπα στον ανιψιό μου που σπουδάζει στη Γεωπονική. Πότε θα κάνετε μάθημα; Και καλά εσείς, της Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, δεν τρέχουν και πολλά αν δεν τα μάθετε, αλλά οι γιατροί;
-Ναι, μου απάντησε. Αν πάθει κάτι η χώρα επειδή εμείς δεν τα μάθαμε καλά, σκέψου τι θα γίνει μετά, με τους γιατρούς που επίσης τίποτα δεν έμαθαν...

Τρίτη, Μαΐου 01, 2007

Δάκρυα για τον Ροστροπόβιτς





«Οι νότες πρέπει να πέφτουν σαν δάκρυα» έλεγε. Σαν τα δάκρυά μας έπεφταν οι νότες του Μπαχ όταν ο μεγάλος «Σλάβα», ο Μστισλάβ Ροστροπόβιτς, έπαιζε με το βιολοντσέλο του για την πτώση του τείχους του Βερολίνου. Η κόκκινη σημαία της Επανάστασης είχε κρυφτεί στις καρδιές από χρόνους πολλούς και στο Κρεμλίνο κυμάτιζε η κόκκινη σημαία του καθεστώτος, που θα υποστελλόταν κι εκείνη λίγα χρόνια μετά.
Λένε πως στο έργο δεν παίζει ρόλο η πολιτική ταυτότητα του δημιουργού του, η συμπεριφορά του, οι ιδέες του, ο χαρακτήρας του. Πως κάλλιστα ένας μικρόψυχος άνθρωπος μπορεί να κρύβεται πίσω από έναν μεγάλο καλλιτέχνη. Κακός, στριφνός, αχόρταγος, άπληστος. Κι όμως, δεν μπορεί.
Ο Ροστροπόβιτς δεν είναι, για μένα, η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Είναι ο κανόνας. Δηλαδή, η απόδειξη πως ο χαρακτήρας του καθενός, τα πάθη του (με την έννοια και των παθημάτων) οι ελπίδες και τα όνειρά του, δίνουν τον τόνο, εν τέλει, και στο έργο του. Πώς θα μπορούσε άλλος από αυτόν τον εξαίρετο μαχητή της ελευθερίας και ταυτοχρόνως, εξαίρετο και όλο ευαισθησία καλλιτέχνη να παίζει στην πτώση του τείχους στο Βερολίνο; Και πώς θα μπορούσε να παίζει κάτι άλλο από Μπαχ, αυτόν που εκείνος με τη μεγάλη τέχνη του είχε φέρει κοντά στα πλήθη δεκαετίες πριν;





«Ο ίδιος ο Ροστροπόβιτς είναι μεγάλος επαναστάτης» έλεγε για εκείνον ο Γιο Γιο Μα. «Αλλαξε τον τρόπο του παιξίματος του τσέλου. Με την αφοσίωσή του, έπεισε σύγχρονους συνθέτες να γράψουν γι' αυτό και αύξησε εντυπωσιακά το ρεπερτόριο του οργάνου. Είναι ένας από τους μεγάλους μου ήρωες!». Δύσκολο να ακούσεις καλή λέξη από τα χείλη ομοτέχνου. Κι όμως, ο νεότερος υποκλινόταν στον μεγαλύτερο, σε αυτόν που ενέπνεε έναν Σοστακόβιτς και έναν Προκόφιεφ να του γράψουν έργα. Και πώς να μην υποκλιθείς;
Ηταν πράγματι επαναστάτης. Η φιλία του με τον Σολζενίτσιν του στοίχισε ακόμα και την υπηκοότητά του, εκτός από την αναγκαστική υπερορία. Του στοίχισε βολές από τον Τύπο, δάκρυα, πόνο. Η αλήθεια είναι πως έγιναν φιλότιμες προσπάθειες να γραφούν αρνητικές κριτικές για το έργο του- ευτυχώς απέτυχαν. Μεγαλούργησε και στη «Δύση» όσο και αν είχε πληγωθεί που αποκόπηκε από τις ρίζες, τους φίλους, τους αγαπημένους. Πάντως, φύσει αισιόδοξος και μαχητικός, δεν το έβαλε κάτω. Μερικές δεκαετίες μετά, τα όνειρα έλαβαν εκδίκηση και ο Σλάβα έπαιξε προσκεκλημένος από τον ίδιο τον πρόεδρο της Ρωσίας, που τον τίμησε ξαναδίνοντάς του πίσω την χαμένη, αγαπημένη πατρίδα. Κι εκείνος, να μην έχει παραπονεθεί ποτέ!
Στα χώματα της πατρίδας αυτής αναπαύεται από προχθές. Κάποτε, είχε πει στη σύζυγό του, Γκαλίνα Βισνέφκσαγια πως αν πεθάνει στο Παρίσι, θα ήθελε να πάρει μαζί της 100 φίλους («άντε, 90 γιατί το φέρετρο θα πιάνει δέκα θέσεις») και να πετάξει με το Κόνκορντ μέχρι τη Νέα Υόρκη, ώστε να έχει την ευκαιρία (καθώς ο χρόνος μετρά αντίστροφα) να περάσει μερικές ακόμη ώρες στην αγαπημένη του πόλη και να την αποχαιρετήσει.
Αποχαιρέτησε την πολύ αγαπημένη του, επίσης, Μόσχα και όλους εμάς που θα νοσταλγούμε τις ερμηνείες του, την αγάπη του στους Ελληνες και τον ιπποτικό του χαρακτήρα, στα 80 του χρόνια. Πολλά για να αισθάνεται, προς το τέλος ότι οι φίλοι του «από πάνω» τον καλούσαν («τους ακούω» έλεγε) λίγα για όσους δεν χορταίνουν να τον ακούν. Τελικά, ο Θεός κάνει αδικίες...
ΥΓ. Ο padrazzo έκανε τον καλύτερο χαρακτηρισμό για τον Σλάβα: Σ(αν)λάβα
Ευχαριστώ ιδιαίτερα τον justanothergoneoff γιατί μου έμαθε πώς να ανεβάζω βίντεο από το youtube


myspace graphics

myspace graphics