Advocatus Diaboli

Τετάρτη, Αυγούστου 30, 2006

Το μικρό προσφυγάκι

Το βαρκάκι πλέει στον αβαθή κόλπο της Σμύρνης. Από τον αέρα κουνιέται σαν καρυδότσουφλο. Θα φυσάει και αύριο όπως δείχνει απ’ τα κατακόκκινα σύννεφα. Απ’ τον καιρό κι απ’ τη μοίρα σου, δεν μπορείς να ξεφύγεις, σκέφτεται. Το παιδί στην αγκαλιά του, τυλιγμένο με κουβέρτα μάλλινη- αυτή βρέθηκε μέσα στη βιασύνη, τον βαραίνει και τον ζεσταίνει. Τώρα έπρεπε να δει το φως κι αυτό Παναγία μου;
Μια εβδομάδα απ’ τη Χάρη Της και φως πουθενά. Τους λησμόνησε; Τους απαρνήθηκε; Είκοσι δύο Αυγούστου. Δυο μέρες πριν, διατάχθηκε να φύγει απ’ τη Νύσσα. Σήμερα τον συμβούλεψαν να αφήσει και το Αΐδίνι, όπου είχε καταφύγει, τη Μικρά Ασία γενικά. Το μέτωπο έσπασε. Τώρα κατάλαβε γιατί αυτή η έντρομη, πανικόβλητη φυγή προς τη Σμύρνη των χριστιανών της περιοχής, που μέχρι στιγμή τού ήταν ανεξήγητη.
Τους μεταφέρουν προς τα μεγάλα καράβια που έχουν αγκυροβολήσει στ’ ανοιχτά. Ο,τι βρέθηκε, εμπρορικό, οπλιταγωγό, φρεγάτα, -όχι και πολλά πάντως- παραλαμβάνει πρόσφυγες. Για λίγο, μέχρι να ησυχάσουν τα πράγματα. Θα επιστρέψουν ξανά στις πατρογονικές εστίες, στην αγαπημένη γη της Ιωνίας, θα ξαναφτιάξουν από την αρχή όσα καταστράφηκαν, όσα χάθηκαν. Συνηθισμένοι.
Δεν μπορεί να ανέβει εύκολα τη σχοινένια σκάλα του καραβιού, νιώθει το βάρος στην αγκαλιά του τεράστιο. Προσοχή. Δεν του έχει απομείνει άλλο τίποτα. Τέλος, σωριάζεται σε μια γωνιά του καταστρώματος με τον αρχιεργάτη του σιμά του. Το παιδί. Προπαντός το παιδί.
Τους περιτριγυρίζουν σα μελίσσι οι γυναίκες, τους προσφέρουν βοήθεια, γάλα για το μωρό, αλλαξιές, νεράκι. Τις ευχαριστούν θερμά, μα δεν δέχονται τίποτα. Εχουν κάνει το κουμάντο τους. Και, είναι τόσο ήσυχο το τζιέρι μου, που δεν το ακούν ούτε να κλαίει. Πόσο χρονών; Τους ρωτούν. Δύο παρά κάτι. Μικροφτιαγμένο, όμως. Δεν απαντούν. Ο κύριος Κωνσταντίνος, όπως έχει συστηθεί, το κρατά διαρκώς επάνω του. Δεν ανοίγει την κουβέρτα να δροσιστεί το καημένο λίγο. Θα το σκάσει.
Σιγά- σιγά, τραβούν επάνω τους όλη την προσοχή. Δύο άντρες, να έχουν ένα μικρό παιδί που μάλιστα δεν ζητά τίποτα, περίεργο δεν είναι; Τι να σκεφτεί κανείς σε μέρες τόσο δύσκολες; Μήπως δεν έζησε κανένας απ’ την οικογένειά του και το έσωσαν; Μήπως χάθηκε μέσα στον τρόμο της φυγής και το πήραν να ψάξουν αργότερα τους δικούς του; Μήπως είναι άρρωστο; Ή, ίσως, πεθαμένο;
Πολιορκούν τώρα τους δύο άντρες. Αφήστε μας να σας βοηθήσουμε, τους λεν. Να το ταΐσουμε, να το αλλάξουμε. Να το χαΐδέψουμε. Αν δεν ξέρετε τη φαμίλια του, να του βρούμε εμείς μια. Να, το Μαριγάκι, που έχασε το μωρό της πριν φτάσει στο καράβι, έχει ακόμα γάλα. Κάντε ένα ψυχικό, να της το δώσετε.
Προσπαθούν να τις απομακρύνουν, αλλά δεν γίνεται. Κοντεύουν να φτάσουν σε παροξυσμό. Τους κάνουν νοήματα, να σωπάσουν. Ο Κωνσταντίνος το κρατά πάντοτε σφιχτά και τα μάτια του τρέχουν δάκρυα. Ανοίγει την κουβέρτα και φωνάζουν όλες με δύναμη: αααα! Κοιτούν και ξανακοιτούν, εντυπωσιασμένες. Το παιδί δεν είναι του κόσμου τούτου, μα ενός κόσμου που έχει για πάντα χαθεί. Κλαίνε κι εκείνες μαζί τους. Υστερα, αφήνουν στην ησυχία τους τους δύο άντρες με το πέτρινο αγόρι τους και ξανακαταπιάνονται με τα δικά τους. Ο Κωνσταντίνος Κουρουνιώτης, συνεχίζει να διαβάζει το ημερολόγιο ανασκαφής «εν Νύση, επί Μαιάνδρω, 1922»:


«Το πολυτιμότερον των κινητών ευρημάτων είνε το μικρόν αγαλμάτιον. Ευρέθη προς ανατολάς της ανατολικής πλευράς της αντικρύ του νοτίου τοίχου του Γεροντικού κρήνης εκτισμένον με την κεφαλήν προς τα κάτω εις τοίχον υστερωτέρου δωματίου. Εχει ύψος 0,63. Το αγαλμάτιον παριστά όχι πλήρως διετή παίδα, όστις προ μικρού απέκτησε την δύναμιν να βηματίζει, κρατούντα όχι άνευ κόπου σφικτά επί του στήθους μικρόν Μελιταίον κύνα. Φορεί ως μόνον ένδυμα το σύνηθες κατά τους Ελληνιστικούς και Ρωμαϊκούς χρόνους, είδος χλαίνης μετά συναφούς καλύμματος της κεφαλής, έχοντος οξείαν κορυφήν, κεκομβωμένον ενταύθα δια μεγάλου δισκοειδούς κομβίου υπό τον λαιμόν.

Μη αισθανόμενος εαυτόν αρκούντως ασφαλή ο κύων μεταξύ των χειρών του μικρού του συντρόφου, και πιεζόμενος δυσαρέστως πατεί εισέτι με το εν εκ των οπισθίων σκελών επί του εδάφος και δια του ετέρου κάμνει κίνησιν ώς να ήθελε να απαλλάξει το σώμα του ηπίως από της περισφίξεως. Η πράξις προξενεί πολλήν ηδονήν εις τον ατάσθαλον μικρόν και εν τω προσώπω του εικονίζεται όλη η χαρά και ικανοποίησις δια το μέγα κατόρθωμα».

Δευτέρα, Αυγούστου 28, 2006

Βοηθάτε Χριστιανοί!



Ο φόβος φυλάει τα έρημα, αλλά την Παναγιά την Ελωνα δεν τη φύλαξε. Ανενόχλητοι οι ληστές (θέλετε και ιερόσυλοι; Και ιερόσυλοι, σαφώς, αυτό όμως δεν αλλάζει τα πράγματα) έκλεψαν την εικόνα, που κατ’ άλλους είναι επτά αιώνων, κατ’ άλλους όμως του 1ου αιώνα μ.Χ. Αν ισχύει το δεύτερο τότε μιλάμε για μία από τις σπανιότερες εικόνες του κόσμου, αφού αυτή τη στιγμή η παλαιότερη σωζόμενη θεωρείται ο Χριστός του 6ου αιώνα από την Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης του Σινά. Η εικονομαχία που έγινε στο Βυζάντιο, δεν άφησε εικόνα για εικόνα, επομένως ό,τι σώζεται είναι πολύ σπουδαίο.
Κι όμως, αυτός ο θησαυρός έκανε φτερά μόνο και μόνο επειδή κανείς δεν συμπεριφέρεται υπεύθυνα απέναντι στην εκκλησιαστική πολιτιστική μας κληρονομιά: η Εκκλησία δεν παίρνει μέτρα ασφάλειας αποτελεσματικά (συναγερμούς, σύγχρονα συστήματα φύλαξης κ.α.) και το κράτος δεν την υποχρεώνει να το κάνει. Και στον τελευταίο συλλέκτη επιβάλλει να προσέχει στοιχειωδώς τα αποκτήματά του γιατί ανήκουν στο πολιτιστικό μας απόθεμα και δεν επιτρέπεται η κατάσταση να είναι μπάτε σκύλοι αλέστε, αλλά στην Εκκλησία, που έχει τρομερούς θησαυρούς (από πλευράς πολιτιστικής κληρονομιάς εννοώ) τίποτα.
Η Παναγιά η Ελωνα μάλλον έχει καταλήξει σε χέρια κυκλώματος. Δεν ξέρω αν θα βρεθεί ή όχι. Το μόνο που ξέρω είναι πως τέτοιες «επιτυχίες» των κλεφτών ανοίγουν την όρεξη αυτών των κυκλωμάτων. Επιτέλους, ας σοβαρευτούν όλοι και ας εφαρμόσουν το ρητό των αρχαίων: Συν Αθηνά και χείρα κίνει. Δηλαδή, να σε βοηθήσει η Αθηνά, αλλά κάνε κάτι κι εσύ βρε παιδάκι μου.

Παρασκευή, Αυγούστου 25, 2006

Θήρα, 1635 π.Χ.- νεώτερα

Διαρκείς δονήσεις, εξαιρετικά δυνατές. Τρόμος μέγας. Αλλοι λένε πως είναι η τιμωρία των θεών, άλλοι άλλα, όλοι μαζεύουν τα πράγματά τους. Λίγες μέρες πριν είχαν επιστρέψει στην πόλη τους, που τη βρήκαν γκρεμισμένη από την αναταραχή της Γης, έβαλαν σε μιαν άκρη πέτρες και χώματα, οργάνωσαν συσσίτια, οργάνωσαν και εργοτάξια για να την ξαναφτιάξουν. Εβγαλαν τα αγάλματα των θεών, τα τάματα, τ’ αφιερώματα, τα ιερά σκεύη. Τώρα, έπρεπε να φύγουν πάλι, αυτή τη φορά με τα καράβια. Για λίγο, σίγουρα. Θα πάρουν μαζί μόνο τα αντικείμενα λατρείας τους, κάποια ρούχα, ό,τι έχει απομείνει από τα κελάρια, τα μαγαζιά, τις σοδειές σε τρόφιμα και θα ξεκινήσουν. Αφήνοντας πίσω με δάκρυα το αγαπημένο τους νησί και ενώ η κατάσταση ολοένα χειροτέρευε, αναστέναξαν ανακουφισμένοι: είχαν για μια ακόμη φορά γλυτώσει απ’ τη μανία του σεισμού. Κάποιος θυμήθηκε τον χρυσό αίγαγρο στο ιερό των κεράτων, που δεν πρόλαβαν να περιμαζέψουν. Απώλεια, μα δεν είχε, πια, σημασία. Αρκεί που τα κατάφεραν εγκαίρως. Θα γυρίσουν και θα τον βρουν.
Το πιθανότερο είναι πως δεν γύρισαν ποτέ. Η έκρηξη του ηφαιστείου που ακολούθησε τη βιαστική αλλά οργανωμένη φυγή τους, είχε τεράστιο μέγεθος. Tέφρα και ελαφρόπετρα κάλυψαν τα πάντα γύρω, σε έκταση τουλάχιστον 300 τετραγωνικών χιλιομέτρων, όπου κυριάρχησε ταπόλυτο σκοτάδι. Tο τσουνάμι που δημιουργήθηκε ξεπέρασε σε ύψος τα 35 μέτρα και μαζί με τους ποταμούς φλεγόμενων βράχων, (τα πυροκλαστικά ρεύματα που ταξίδευαν με ταχύτητα 200 χιλιομέτρων την ώρα) σαρώνουν ό,τι βρέθηκε στη θάλασσα και στις ακτές. Μάλλον και τους φυγάδες μας. Η παράδοση θέλει, περίπου εκείνη την εποχή, τους «λαούς της θάλασσας» να περιπλανώνται στην Αίγυπτο, δεν ξέρουμε όμως αν ήταν εκείνοι που ξέφυγαν από την κόλαση του ηφαιστείου της Σαντορίνης.
Eναν ολόκληρο χρόνο, στην περιοχή δεν φτάνουν οι ακτίνες του ήλιου εξαιτίας χημικών ενώσεων που συνέβησαν στη στρατόσφαιρα, όπου το χημικό στοιχείο θείο, που έχει απελευθερωθεί με την έκρηξη ενώνεται με οξυγόνο και άλλα στοιχεία και δημιουργεί θειϊκό οξύ, το οποίο απορροφά την ηλιακή ακτινοβολία. Eπομένως, κάνει τρομερό κρύο, δεν φυτρώνει τίποτα, καταστρέφονται οι καλλιέργειες σε όλη την ανατολική Μεσόγειο, τα ζώα δεν βρίσκουν τροφή, η ζωή κινδυνεύει να σβήσει. H παγκόσμια θερμοκρασία κατεβαίνει κατά 0,35 βαθμούς Kελσίου (σήμερα, με το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η θερμοκρασία ανεβαίνει κατά ένα δέκατο του βαθμού κάθε χρόνο και το αποτέλεσμα είναι τρομακτικό).
Eίναι η έκρηξη του 1635 π.X. στο ηφαίστειο της Σαντορίνης ήταν μεγαλύτερη από όσο πίστευαν μέχρι σήμερα οι επιστήμονες, με δραματικότερα αποτελέσματα. Nέες έρευνες στον πυθμένα της θάλασσας του νησιού, που έγιναν από το Πανεπιστήμιο του Pόουντ Aϊλαντ και το Eλληνικό Kέντρο Yποβρύχιας Aρχαιολογίας, φέρνουν σημαντικά στοιχεία στο φως και δείχνουν διπλάσιο μέγεθος από αυτό που μέχρι τώρα φαινόταν. Οι επιστήμονες μιλούν για τη δεύτερη μεγαλύτερη γνωστή έκρηξη ηφαιστείου στον κόσμο, μετά την έκρηξη του Tαμπόρα στην Iνδονησία το 1815. Aκόμα και η έκρηξη του Kρακατάο ωχριά μπροστά σε αυτήν της Θήρας.
Oι επικεφαλής των ερευνών Xάραλντουρ Σίντγκουρσον και Στίβεν Kάρεϊ λένε ότι οι υποθαλάσσιες έρευνες που έγιναν τον περασμένο Aπρίλιο και τον Iούνιο δείχνουν ότι στρώματα ηφαιστειακής τέφρας και ελαφρόπετρας έχουν κατακλύσει τα πάντα σε απόσταση 20 έως 30 χιλιομέτρων προς όλες τις κατευθύνσεις (ανατολικά έχουμε περισσότερα ευρήματα). Tο πάχος των ευρημάτων είναι από 10 έως 80 μέτρα. Aυτό σημαίνει πως τέφρα και λάβα εκτοξεύθηκαν σε τεράστιες ποσότητες- που μετρώνται σε 60 κυβικά χιλιόμετρα. Mακρύτερα, σε απόσταση 200 χιλιομέτρων, βρίσκει επίσης κανείς κατάλοιπα, αλλά σαφώς λιγότερα- τα ιζήματα έχουν πάχος μικρότερο του μέτρου. Σχετίζεται όμως και αυτή η διασπορά με τη σφοδρότητα της έκρηξης.Mέχρι τώρα, από τα ευρήματα επιφάνειας, οι ειδικοί πίστευαν πως η έκρηξη είχε το μισό μέγεθος από αυτό που φαίνεται με τις νέες έρευνες και άρα εξηγούσαν πολλά πράγματα με βάση αυτήν. Tώρα οι μελέτες θα αναθεωρηθούν και ίσως αλλάξουν κάποιες αντιλήψεις μας σχετικές με την καταστροφή της αρχαίας Θήρας.

Τρίτη, Αυγούστου 22, 2006

Ο,τι κάνεις θα βρεις

Δεν θα δεχθώ δικαιολογίες- θα είμαι απόλυτη. Δεν θα δεχτώ ελαφρυντικά. Δεν θα δεχτώ «ναι μεν, αλλά». Θα τους το πω κατάμουτρα: είναι υπάνθρωποι. Αλλιώς δεν θα άφηναν γέρους και απροστάτευτους ανθρώπους σε γηροκομεία- κόλαση μόνο και μόνο για να τους ξεφορτωθούν, ή για να πάνε διακοπές.
Είμαι σίγουρη πως αν μπορούσαν θα έκαναν ό,τι κάνουν και με τα ζώα τους: θα τους πέταγαν στο δρόμο. Επαψες πια να μου αρέσεις, να με εξυπηρετείς, να με διασκεδάζεις, δίνε του. Με μεγάλωσες πρώτα εμένα και μετά τα παιδιά μου, τέλος, κοπάνα την. Δε σε χρειάζομαι άλλο. Εχεις αστάθεια. Καρδιά. Πίεση. Καταρράκτη. Με ξυπνάς τις νύχτες. Με κουράζεις. Ξεφορτώσου με.
Με αγανάκτηση βλέπω στις τηλεοράσεις τα ρεπορτάζ από τα γηροκομεία- τάφους, τα χωρίς στοιχειώδη καθαριότητα, χωρίς περίθαλψη, χωρίς δροσιά. Χωρίς χάδι, χωρίς φροντίδα, χωρίς στοργή. Με άθλιο φαγητό. Και λέω: καλά, οι υπεύθυνοι είναι αναίσθητοι, θέλουν να κάνουν τη δουλειά τους και να τα κονομήσουν. Εσύ όμως, που πετάς έναν ανήμπορο άνθρωπο εκεί μέσα, τι είσαι; Δεν έψαξες ποτέ πώς περνάει αυτούς τους μήνες που απλώνεις την κορμάρα σου στις παραλίες χωρίς τη δική του έγνοια; Δεν τον ρώτησες ποτέ αν έχει όλα όσα του χρειάζονται- τα στοιχειώδη, δηλαδή; Δεν αφουγκράστηκες τα παράπονά του;- διότι δεν μπορεί, κουφέ και γελοίε, κάτι θα σου είπε που εσύ προσποιήθηκες πως δεν άκουσες. Δεν έδωσες καμιά σημασία σε τίποτα; Και τον βρήκαν, τον άνθρωπό σου κλειδωμένο με τη ζέστη στο υπόγειο χωρίς καν ανεμιστήρα, χωρίς νερό. Και μετά τι έκανες; Γύρισες από το άλλο πλευρό; Κάπως έτσι. Πιθανώς και να ενοχλήθηκες που σου χαλάνε τις διακοπές σου. Διότι δεν έχεις ντροπή, δεν έχεις ανθρωπιά. Ενα απόβρασμα της κοινωνίας είσαι.
Αλλά, περίμενε. Πού θα πάει, θα γεράσεις κι εσύ. Και τότε... Χάλια τα βλέπω τα πράγματα. Διότι, όπως έλεγε η γιαγιά μου η Βασιλεία, στη ζωή σου «ό,τι κάνεις θα βρεις και ένα παραπάνω».

Τετάρτη, Αυγούστου 16, 2006

Κι έρχεται και καύσωνας


-Να κάνουμε ακόμα μια βουτιά, λες;
-Οπως σε βλέπω και με βλέπεις!

Δευτέρα, Αυγούστου 14, 2006

Κι εσύ, τέκνον Γκρας;


«Στο τέλος του πολέμου ήμουν δεκαεπτά χρόνων, όμως ήδη στα δεκαπέντε μου βρέθηκα να φοράω στολή. Tη νεότητά μου τη σημάδεψαν η στρατιωτική ζωή και, ακολούθως, η αιχμαλωσία μου από τους Aμερικανούς. Στην ίδια κατάσταση βρέθηκαν και πολλοί άλλοι της γενιάς μου».
Θα μπορούσα και να τον λυπηθώ τότε. Να πω με συμπάθεια ότι η γενιά του πέρασε πολλά. Ηταν, βλέπετε, 1998 όταν ο Γκύντερ Γκρας έδινε αυτή τη συνέντευξη. Εξι χρόνια μετά, ο συγγραφέας έχει πάρει πλέον το Νόμπελ και δεν έχει, ίσως, λόγους να κρύβει το μεγάλο μυστικό του: υπηρέτησε στα Ες Ες!
Aφωνη η Γερμανία παρακολουθεί τις μέρες αυτές μια πράξη ενός σημαντικού δράματος: εν όψει της αυτοβιογραφίας του, που θα κυκλοφορήσει τον ερχόμενο μήνα με τίτλο «Ξεφλουδισμένα κρεμμύδια», ο Γκίντερ Γκρας αποφάσισε να αποκαλύψει στην εφημερίδα «Φρανκφούρτερ Aλγκεμάινε» τη συμμετοχή του στην επίλεκτη χιτλερική μονάδα, την οποία διοικούσε ο Xίμλερ. Kαι οι καταδίκες έρχονται από παντού. Oχι επειδή ήταν στα Eς Eς, αλλά επειδή 61 χρόνια το έκρυβε.
Tα SS δεν αποτελούσαν μέρος του τακτικού στρατού και ήταν ένα επίλεκτο Σώμα, αρχικά προορισμένο για την προσωπική ασφάλεια του Xίτλερ. Σε πρώτη φάση στρατολογούσαν μόνο εθελοντές, εν συνεχεία όμως -από το 1942- η στράτευση σε αυτά έγινε υποχρεωτική, με αποτέλεσμα να απαριθμούν μέχρι 900.000 άντρες.
Oι μεραρχίες των SS συχνά ενσωματώνονταν στη Wehrmacht (τον γερμανικό στρατό) και έγιναν ευρύτερα γνωστές για τα σκληρότερα εγκλήματα των ναζί στον B Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στα απομνημονεύματά του, ο Γκίντερ Γκρας εξηγεί ότι εθελοντικά θέλησε να καταταγεί -σε ηλικία 15 ετών- στα υποβρύχια, όπου όμως δεν έγινε δεκτός. Aιτιολογεί τη θέλησή του να ενταχθεί στη Wehrmacht, λέγοντας πως ήθελε να ξεφύγει από την πίεση του οικογενειακού του περιβάλλοντος.
Παραδέχεται, μάλιστα, πως όταν τελικά κατετάγη υποχρεωτικά δύο χρόνια μετά στα SS, δεν αισθάνθηκε κανένα αίσθημα ενοχής. «Aργότερα, όμως, το αίσθημα ενοχής με έκανε να ντρέπομαι. Πάντα ήταν συνδεδεμένο μ αυτό το ερώτημα: Mπορούσες να γνωρίζεις εκείνη την εποχή τι σήμαινε αυτό για σένα;», εξομολογείται.
Δεν μπορούσε, πράγματι, γιατί ήταν ακόμα παιδί. Κανείς δεν θα σηκώσει τον λίθο του αναθέματος για κάτι που κάποιος έκανε στα 17 του. Στα 27 του όμως; Στα 37; Στα 77; Ακόμα δεν γνώριζε;
«H ομολογία, λίγο πριν από την έκδοση της αυτοβιογραφίας, μου αφήνει τη γεύση μιας κακής προμόσιον του βιβλίου», σημειώνει ο αρθρογράφος της Mπιλντ Xέλμουτ Mπέγκερ. Eνώ ο Xέλμουτ Kάρασεκ, κριτικός λογοτεχνίας, αντιδρά ακόμα πιο σκληρά: «H συμμετοχή του στα Eς Eς θα ήταν πλημμέλημα», λέει, «αν ο Γκρας δεν θεωρείτο τόσο μεγάλη ηθική αυθεντία». «Aν ήμουν κυνικός, θα έλεγα ότι δεν το αποκάλυψε νωρίτερα, ώστε να πάρει το Nόμπελ το 1999», συνεχίζει. «Aναμφίβολα, είναι ο Γερμανός λογοτέχνης που το άξιζε περισσότερο. Aλλά τώρα όλα πρέπει να τα δούμε υπό άλλο φως».
«Eξήντα χρόνια μετά, η ομολογία έρχεται λίγο αργά», υπογραμμίζει ο ιστορικός Γιόακιμ Φεστ στο «Σπίγκελ». «Δεν μπορώ να καταλάβω πώς θα το ξεπλύνει αυτό κάποιος που χρόνια τώρα έκανε μάλλον αυτάρεσκα τον κήνσορα και τιμητή των πάντων στο ηθικό πεδίο».
Θυμάμαι εξιστορήσεις ανθρώπων της γενιάς του πατέρα μου, όταν συναντούσαν Γερμανούς μετά τον πόλεμο: απ’ την Ελλάδα; Τους έλεγαν. Α, κι εγώ ήμουν εκεί στον πόλεμο: τραυματιοφορέας. Ή μάγειρας. Ή νοσοκόμος. Μέχρι που ένας εξανέστη: «για σταθείτε ρε παιδιά, τους λέει, κι εμάς ποιοι μας σκότωναν;»Κατανοητή η προσπάθεια του μέσου Γερμανού να κατασιγάσει τις τύψεις του. Ομως ένας διανοητής του μεγέθους του Γκρας, αλλιώς έπρεπε να έχει συμπεριφερθεί. Αν θέλουμε να μιλάμε για ηθικά αναστήματα. Λέμε τώρα...

Κυριακή, Αυγούστου 13, 2006

Κυριολεκτικά για δέσιμο!

Ο γραπτός λόγος, όπως και η γλώσσα, κόκαλα δεν έχει, αλλά μπορεί να τσακίσει νεύρα. «Κυριολεκτικά» όπως θα έλεγαν οι συντάκτες των φράσεων που ακολουθούν. Δεν έχει σημασία ποιοι είναι. Σημασία έχει τι λένε:



-Τι είναι αυτό που αναγκάζει πολιτικούς, διπλωμάτες, διεθνή μέσα ενημέρωσης, ακαδημαϊκούς να καταπίνουν κυριολεκτικά τη γλώσσα τους, υπονομεύοντας την αξιοπιστία τους;
Το πρόβλημά μου είναι πώς την ξε-καταπίνουν μετά.


-Η ωραία αυτή και φιλόξενη ατμόσφαιρα, διάρκειας τουλάχιστον 4 ωρών, τουτέστιν μέχρι τις 5 τα ξημερώματα, υποχρεωτικά σε συντροφεύει μέχρι το πρωί, σπάζοντάς σου κυριολεκτικά τα νεύρα.
Παρόμοιο πρόβλημα: πώς τα επαναφέρεις στην προτέρα κατάσταση;

-Το ρεκόρ, όμως, έχει η μη κοινοτική Ισλανδία, στην οποία οι τιμές στον τομέα αυτόν είναι κυριολεκτικά φαρμάκι και ανέρχονται στο... 191% του μέσου κοινοτικού όρου.
Ρίξε στο γυαλί φαρμάκι.

-Απ' αυτό, σύμφωνα με στελέχη της αγοράς, προκύπτουν οι τεράστιες δυνατόητες ανάπτυξης, αφού κυριολεκτικά η χώρα μας κάθεται πάνω σε «χρυσωρυχείο», το οποίο... αρνείται να εκμεταλλευθεί.
Μη το μάθει ο Αλογοσκούφης.

-Ο Βιζέλ, γνώστης αυτής της παρακαταθήκης, όπως πολλοί ακόμα ομότεχνοί του, που έχουν κυριολεκτικά «κεντήσει» πάνω της.
Σταυροβελονιά;

-«Χτένισαν» κυριολεκτικά απ' άκρη σ' άκρη την κοίτη και το βυθό του Τριπόταμου σε μήκος οκτώ χιλιομέτρων.
Και του έκαναν ένα μαλλί...


-Ο κ. Καλοτεράκης δεν μπορεί να σβήσει εύκολα από τη μνήμη του τα όσα συνάντησε στην ακριτική Αλεξανδρούπολη, όπου μέχρι να «στηθεί» η εκεί μονάδα, εξαρτημένοι, οι γονείς τους αλλά και οι υπεύθυνοι πέρασαν κυριολεκτικά διά... πυρός και σιδήρου.
Δια... Πειραιώς και σιδήρου καλύτερα;


-Κατά συνέπεια βρίσκεται κυριολεκτικά στον αέρα η μετοχοποίηση της Εμπορικής Τράπεζας. Προσγειώθηκε τελικά.

-Οι εταιρείες εμφανίζονται να «αλωνίζουν» κυριολεκτικά, καθώς η κυβέρνηση παρακολουθεί απλώς τις εξελίξεις.
Τα εισαγωγικά σε μάραναν.

-Συνεχόμενες ήταν οι βλάβες, κι όχι μόνο στο «Δημητρούλα», αλλά και στο «Μαρίνα», με αποτέλεσμα κυριολεκτικά να βογκήξουν οι ταξιδιώτες.
Αυθορμήτως .


-Εμένα αυτό που κυρίως με ξετρέλανε, με άφησε κυριολεκτικά με το στόμα ορθάνοιχτο (...)
Κλείστε το, κυκλοφορούν και μύγες.


-Σε ένα κλίμα που μύριζε κυριολεκτικά μπαρούτι, αποφάσισαν για ένα βήμα στο κενό, ένα αβέβαιο εγχείρημα.
Γρήγορα, ένα αποσμητικό χώρου.


-Μας έχουν πάρει τον αέρα κυριολεκτικά από την ατμόσφαιρα και δεν μπορούμε να αναπνεύσουμε.
Τι θέλει άραγε να πει ο ποιητής;


-Στο πρώτο ημίχρονο το «τριφύλλι» πελαγοδρομούσε κυριολεκτικά.
Ποδόσφαιρο ή θαλάσσιο σπορ;

-Μερικοί μάλιστα από αυτούς, ιδιαίτερα τα παιδάκια των νηπιαγωγείων και των δημοτικών σχολείων, έδωσαν κυριολεκτικά ολόκληρη την ψυχή τους για την επιτυχία της εκδήλωσης.
Θεός φυλάξοι!


-Τώρα που τελείωσαν οι γιορτές και τα πανηγύρια για τη Eurovision, όπου τεράστια ποσά πετάχτηκαν κυριολεκτικά απ' το παράθυρο με αφάνταστα προκλητικό τρόπο.
Ενώ αν ο τρόπος δεν ήταν προκλητικός...



-Ας μην ξεχνάμε ότι το Αιγαίο βρίσκεται αυτή τη στιγμή κυριολεκτικά κάτω από την μπότα και την επιδιαιτησία του ΝΑΤΟ.
Τι νούμερο μπότα και... επιδιαιτησία φοράει το ΝΑΤΟ;

-Με μια κάμερα στο χέρι, με ένα σχεδόν ντοκιμαντεριστικό στιλ κι έναν ρυθμό που κυριολεκτικά σε κρατάει με κομμένη την ανάσα, ο Γκρίνγκρας καταγράφει κάθε στιγμή των 91 λεπτών της πτήσης.
Ενενήντα ένα λεπτά με κομμένη την ανάσα; Ρεκόρ Γκίνες.

-Στο στόχαστρο του Μορέτι για ακόμη μία φορά και κριτικοί, σε αυτήν την περίπτωση ένας κριτικός εστιατορίων, που ο Μορέτι τον κάνει κυριολεκτικά σκόνη.

Κυριολεκτικά.

Τετάρτη, Αυγούστου 09, 2006

Το δάκρυ σου στην εθνική κιβωτό


Σκέψεις που μου γεννήθηκαν βλέποντας την έκθεση «Το μουσείο και η ανασκαφή» που λειτουργεί στο κτήριο Βάιλερ (Μακρυγιάννη 2-4 δίπλα στο σταθμό Ακρόπολη του Μετρό). Μόλις λίγα τετραγωνικά μέτρα, το ένα τοις εκατό από τα ευρήματα της ανασκαφής στο οικόπεδο Μακρυγιάννη όπου θα γίνει το Νέο Μουσείο Ακροπόλεως και υλικά ταπεινά, όπως το ντέξιον, το μέταλλο, το γυαλί και η άμμος, χρειάστηκαν για να δημιουργηθεί αυτή η σπουδαία έκθεση που θα λειτουργεί μέχρι τον ερχόμενο Φεβρουάριο από τις 10 το πρωί μέχρι τις 8 το βράδυ χωρίς εισιτήριο. Αν είστε τυχεροί, θα σας ξεναγήσουν νεαροί αρχαιολόγοι.
Στα εκθέματα (550 από 50.000 συνολικά), βλέπουμε αγάλματα και αγαλματίδια, νομίσματα, αγγεία, κεφαλή του Πλάτωνα, αγάλματα της Ισιδας και του Δία, ψηφιδωτά δάπεδα, σκεύη συμποσίου και καλλωπισμού, μαγειρικά σκεύη, παιδικά παιχνίδια κ.α. Είναι πολλών εποχών και βασικά από τους κλασικούς χρόνους της αρχαιότητας μέχρι τα πρώτα χρόνια του Βυζαντίου. Εχουν συνδυαστεί εξαιρετικά και δίνουν εντυπωσιακό αποτέλεσμα.
Ανάμεσά τους, ένα… αρχαίο κέλυφος αυγού με το κουταλάκι δίπλα, υπολείμματα θυσιών στους χθόνιους θεούς (όπως σήμερα σφάζουμε κόκορα στα θεμέλια) μια πλαταγή (κουδουνίστρα με σβόλο πηλού για να παράγεται ήχος) μελανοδοχεία και γραφίδες, αντικείμενα για μακιγιάζ, μικρά αντίγραφα κουζινικών για παιχνίδι, κλπ. Επίσης, «ευλογίες» από τους Αγίους Τόπους κατά τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, «μάρκες» για το θέατρο ή την Εκκλησία του Δήμου, γουδιά για τα μπαχαρικά, κ.α.
*********


*********
Το πήλινο αλογάκι με τα σημάδια από τα δόντια σου, η πέτρα που σου σκάλισε ο παππούς Αίας, οι χάντρες που σου πέρασε στη χρυσοκλωστή η γιαγιά Αλεξάνδρα και σου τις φόρεσε γιορντάνι στο λαιμό, να αιχμαλωτίζουν το φως και τα βλέμματα και να τ’ αντανακλούν, το σείστρο που έδιωχνε μακριά τα κακά πνεύματα κι εσένα σε ξεγελούσε, να μην κλαις. Μετά από αιώνες πολλούς, όταν το σάλιο, το δάκρυ, ο ιδρώτας σου θα έχουν στεγνώσει, όταν τα αντικείμενα δεν θα έχουν πια στοιχεία ταυτότητας και σφραγίδες χρήσης, θα μπουν στην εθνική κιβωτό, θα αποτελούν κειμήλια.
Και κανείς δεν θα γνωρίζει πως αυτή την κούκλα από πηλό την αγάπησες, τη χάιδεψες και τη μάλωσες, αυτά τα ενώτια στόλισαν τα αυτιά σου κάνοντάς σε περήφανη γιατί φορούσες κάτι τόσο όμορφο, αυτό το κύπελλο από χώμα και νερό το έσπασες σε μια αδέξια κίνηση κι έτρεξες να κρυφτείς, να γλιτώσεις την επίπληξη. Κανείς δεν θα σκέφτεται πως είχες όνομα, επιθυμίες, ανάγκες, πάθη. Ο χρόνος στεφανώνει τα πρόσωπα με την τόσο σοφή και τόσο άδικη ανωνυμία. Τι παράξενο! Τα φθαρτά μένουν πίσω σου κι εσύ, με την αθάνατη ψυχή, χάνεσαι για πάντα.


Τρίτη, Αυγούστου 08, 2006

Οι απελπισμένοι και η βία

Ο φίλος του ο Γάλλος πρέσβης, με τον οποίο είχαν μοιραστεί πολλά, είχε μόλις σκοτωθεί στην Αλγερία από μια βόμβα που τίναξε το αυτοκίνητό του. Κάποιοι φανατικοί είχαν επιτεθεί σε τουρίστες στην Αίγυπτο, ανάμεσα στους οποίους και Ελληνες, και υπήρχαν νεκροί. Τότε ήταν που είχα ακούσει για πρώτη φορά τη λέξη «φονταμενταλισμός»- από τον Μίκη Θεοδωράκη. Τη λέξη που έμελλε να πρωταγωνιστήσει στον Κόσμο και- δυστυχώς, συχνά- και στις ζωές μας.
Τον μάλωνα, τον Κωστή μου, αυστηρά. Του έλεγα να έρθει επιτέλους στην Ελλάδα, να πάψει να τριγυρνά στην πολυτάραχη Μέση Ανατολή (την «καθ’ ημάς Ανατολή» όπως την έλεγε ο ίδιος). Να συνεχίσει με άλλο τρόπο τις Περιπλανήσεις, τα Ταξίδια, τον Διάλογο. Δεν ήθελε. Δεν μπορούσα να καταλάβω πως ήταν ταμένος; ρωτούσε. Πως δεν κινδύνευε ανάμεσα σε κείνους τους πολυαγαπημένους αλλόφυλους, αλλόγλωσσους και αλλόθρησκους, γιατί ήταν κι εκείνος πολυαγαπημένος; Και πως αν τους δίναμε ελάχιστα πράγματα, περίπου όσα πετάμε, δεν θα εύρισκαν χώρο το μίσος και ο τρόμος;
Εχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε, θυμάμαι όμως καλά πως οργίστηκα τρομερά. Τα τόσο νηφάλια, τόσο σοφά λόγια του Κωστή Μοσκώφ, οι προτροπές του («πρέπει να τους ακούσουμε, να τους κατανοήσουμε, να τους δεχτούμε, να τους βοηθήσουμε οικονομικά, γιατί η απελπισία τους ωθεί σε πράξεις βίας») τα άκουγα για πρώτη φορά και δεν τα δεχόμουν. Τόσον καιρό μετά, ξέρω πως και η ανεκτικότητα και ο σεβασμός στη διαφορετικότητα του Αλλου ήταν στις υποθήκες που άφησε. Και θέλω να κάνω ό,τι μπορώ για να μην ξεχαστούν. Να σας το πω, έστω.

Κυριακή, Αυγούστου 06, 2006

Οι φίλοι μου απ' τη Χάιφα

Η Χάιφα ήταν για μένα μια πόλη των παραμυθιών. Φοίνικες, ελιές, πορτοκάλια, μαλακοί λόφοι, αστραφτερή θάλασσα. Ετσι μου την είχε περιγράψει ο Σαμίχ, που ήταν από εκεί. Ποιητής. Ετσι μου τη ζωγράφιζε κι ο Ταουφίκ, κι εκείνος από την περιοχή της. Ποιητής, επίσης. Ο Μαχμούτ Νταρουίς δεν έμαθα ποτέ από πού είναι, αλλά έγραφε- και γράφει- τα ωραιότερα ποιήματα που έγραψε άραβας ποιητής. Ωραία σαν τον ίδιο. Εκείνος, χρόνια εξόριστος στο Παρίσι, δεν είχε Χάιφα ή άλλη πατρίδα, να μου μιλήσει γι’ αυτήν.
Ο Σαμίχ Αλ Κάσεμ έλεγε για την εύφορη γη, για τη θάλασσα, για τους ανθρώπους της. Ο Ταουφίκ Ζαγιάντ μού μιλούσε για την ιντιφάντα. Μόλις ξεκινούσε η δεύτερη, γένημα της πρώτης. Με συγκίνηση μού έλεγε πώς οι μανάδες έστελναν πεντάχρονα παιδιά τις νύχτες που απαγορευόταν η κυκλοφορία να ανέβουν στους ιστούς και να βάλουν τη σημαία της Παλαιστίνης. Αν και κινδύνευε η ζωή τους. Κάτι μέσα μου φώναζε «όχι». Δεν μπορούσα να φανταστώ πόσο σκληρός ήταν αυτός ο πόλεμος, ο ακήρυχτος κι ωστόσο γεμάτος νεκρούς.
Τους γνώρισα στη δεκαετία του ’80, όταν έρχονταν συχνά εδώ για συμπόσια πολιτιστικού περιεχομένου, που, βέβαια, έπαιρναν μονίμως χαρακτήρα συμπαράστασης. Στη συνέχεια, ο Αλη που ήταν ο ενδιάμεσος κρίκος μας και τέλειωσε τις ιατρικές του σπουδές, πήγε στην παλαιστίνη «να βοηθήσει την ιντιφάντα», τέλειωσε κι αυτή, χαθήκαμε. Στο μεταξύ έμαθα πως οι αμπελώνες της Χάιφα μπορεί και να υπήρχαν στο παρελθόν ή στην καρδιά τους, το ίδιο και οι πορτοκαλεώνες της, πως η πόλη ήταν μια πόλη σύγχρονη, μεγάλη ναυτική βάση των ισραηλινών, στόχος επιθέσεων καμικάζι, βιομηχανική ζώνη. Αραγε να έμεινε κανένα περιβολάκι;
Αναρωτιόμουν τόσες μέρες αν εξακολουθούν να ζουν στη Χάιφα, ή αν έχουν μετακινηθεί στα παλαιστινιακά εδάφη. Απίθανο μάλλον, αφού πατρίδα είναι και η γη στην οποία μεγάλωσες, οι άνθρωποι που συναναστράφηκες, ο τόπος όπου βρίσκονται τα οστά των προγόνων. Αυτά, βλέπεις, δεν μεταφέρονται. Σήμερα έμαθα για τις ρουκέτες της Χεζμπολάχ. Δεν έχω τρόπο να ψάξω τους αξέχαστους φίλους μου. Λέω μονάχα πως σ’ αυτό τον πόλεμο θα νικήσουν που θα νικήσουν οι κακοί. Τουλάχιστον να μείνουν ζωντανά κάποια παληκάρια.

Σάββατο, Αυγούστου 05, 2006

Κοιμήσου, μωρό μου


Ναι. Να το σκεφτώ. Ναι, να κρατήσω αποστάσεις. Ναι, να υπολογίσω τα συμφέροντα, να διαβάσω και την άλλη άποψη, να μην ξεχάσω και τα θύματα της άλλης πλευράς. Ομνύω, όπως στο ποίημα του Καβάφη. Μα δεν μπορώ. Βλέπω την εικόνα (http://angryarab.blogspot.com/2006/07/i-have-just-received-these-pictures.html) και ξεσπώ αμέσως σε κλάματα. Λοιπόν; Ποιος θα μου πει ότι οι φωτογραφίες είναι προπαγάνδα και όχι πραγματικότητα; Αυτά τα παιδιά είχαν δικαίωμα να παίξουν, να γελάσουν, να κλάψουν. Να μορφωθούν, να αγαπήσουν. Να μεγαλώσουν. Κάποιοι τους το στέρησαν. Και θεωρώ υποκριτικό να προσποιηθώ πως δεν βλέπω. Είναι, άλλωστε, και το μόνο που μπορώ να κάνω. Αντί να «ψειρίζω» τα τούτα και τα κείνα, να αντιδράσω. Με οργή.



myspace graphics

myspace graphics